Tα σχολεία του Δοξάτου: Πνευματική και πολιτιστική προσφορά του Δοξάτου στα χρόνια της τουρκοκρατίας
του κ. ΧΡΗΣΤΟΥ ΜΑΡΓΑΡΙΤΗ
Το Δοξάτο, φυτρωμένο ανάμεσα στον πλούσιο κάμπο της Δράμας- Φιλίππων, ευνοήθηκε για την ανάπτυξή του στα χρόνια της Τουρκοκρατίας.
Έφθασε μάλιστα κατα τούς τελευταίους αιώνες κυρίως μετα τα 1600, να γίνει μιά όμορφη και πλούσια κωμόπολη.
Θα προσπαθήσω να δώσω μια εικόνα της ζωής του, αυτής που έχει σχέση με την πνευματική και πολιτιστική προσφορά του, τον τελευταίο αιώνα της Τουρκοκρατίας, μ’ όσα στοιχεία έχω στη διάθεσή μου, μέχρι τη μεγάλη σφαγή του 1913.
Εναι μία δύσκολη αναδρομή, διότι τα στοιχεία που έχουμε είναι λίγα, κι αύτα που ύπάρχουν βρίσκονται σέ διάφορα σπάνια βιβλία, που χρειάζεται επίπονη και μακρόχρονη έρευνα, για να τα βρει κανείς.
Οι κάτοικοι του Δοξάτου, φιλοπρόοδοι και εργατικοι, με το πέρασμα του χρόνου ύποσκελίζουν το τούρκικο στοιχείο, κι αύτο συμβαίνει κυρίως μετα την έπανάσταση του 1821 και άναπτύσσουν δραστηριότητα, πνευματική και πολιτιστική άξιοζήλευτη.
Κείνο τον καιρό και μετα, ένα πλήθος άπό ταξιδιώτες κι εμπορευόμενους φωνασκούσαν καθημερινά στα χάνια και τα μαγαζιά του Δοξάτου κι άνάμεσα σ’ αύτούς διέκρινε κανείς 'Έλληνες άπ’ τη Θεσ/νίκη και τη λοιπή Μακεδονία που πήγαιναν για την Πόλη, Εβραίους, Αρμένηδες κι άνατολίτες κάθε λογής με τις γραφικές τους στολές, που έρχόταν στο Δοξάτο για δουλειές και σάν περαστικοί.
Ολος αύτός ό κόσμος, έδινε έναν κοσμοπολίτικο τόνο στο Δοξάτο.
Η τοποθεσία και το κλίμα του Δοξάτου είναι ύπέροχα, τα δέ κτίριά του όμορφα με το Μακεδονίτικο ρυθμό τους.
Έρχονται και έγκαθίστανται πολλές οικογένειες άπό τη Δυτική Μακεδονία τη Σιάτιστα κυρίως, άπό τα Μαδεμοχώρια τηςΧαλκιδικής και τη γύρω περιοχή.
Κτίζονται μεγάλα και όμορφα αρχοντόσπιτα άπό δυτικομακεδόνες τεχνίτες και σ’ αύτον που έρχεται για πρώτη φορά στο Δοξάτο, του δημιουργεί την έντύπωση πόλεως μεγάλης.
Ό πληθυσμός του αύξάνει, όπως αύξάνει και το εισόδημα άπό την πώληση του καπνού,
οι έμποροι του Δοξάτου, αναλαμβάνουν την έμπορία του καπνού και με έμπορικούς οίκους του έξωτερικου, και ή διακίνηση του προϊόντος γίνεται άπό το λιμάνι της Καβάλας.
Το Δοξάτο, γίνεται ένα σημαντικό κέντρο στην περιοχή της Αν. Μακεδονίας και μετά το μεγάλο σηκωμό του Γένους, προκόβει σ’ όλους τούς τομείς.
Επικεφαλής, στη δημιουργική αύτη προσπάθεια τών φιλοπροόδων κατοίκων, είναι ή δημογεροντία που αποτελείται άπό εξέχουσες προσωπικότητες.
Τα καθήκοντα τους, στην Ελληνορθόδοξο Κοινότητα ήταν πολλά και ποικίλα.
Η σπουδαιότερη όμως φροντίδα της ήταν η μόρφωση τών νέων, η άπονομή της δικαιοσύνης άνάμεσα στούς όρθόδοξους, οι δικαιοπραξίες κ.ά.
Η δημογεροντία, άναγνώριζε σαν φυσικό της προϊσταμενο, μόνο τον Μητροπολίτη, ό όποιος είχε ώρισμένα άναγνωρισμένα και άπό την Πύλη, προνόμια.
Εκτός όμως άπό τις παραπάνω δραστηριότητες, ή δημογεροντία, έδειχνε μεγάλο ενδιαφέρον και για τα διάφορα άρχαιολογικά εύρήματα που έρχόταν στο φως άπό τούς κατοικους.
Γιαύτη της τη δραστηριότητα, η Αρχαιολογική Εταιρεία Αθηνών, στέλνει τα συγχαρητήριά της το 1870 και εκφράζει τίς εύχαριστίες της για τις φιλοπρόοδες και έθνικές της προσπάθειες.
Γύρω στα 1865-70, ιδρύεται ή Φιλόπτωχος Αδελφότης Κυριών, ή όποια προσφέρει κάθε βοήθεια στούς πάσχοντες
και αργότερα, στη διάρκεια του Μακεδονικού Αγώνα,
κατασκευάζει τα ρουχα για τούς μακεδονομάχους του Καπεταν Τζάρα, που δρούσαν στην περιοχή μας.
Το 1874, Ιδρύεται και ή Φιλεκπαιδευτική ’Αδελφότητα «ΟΙ ΦΙΛΙΠΠΟΙ», που συνεχίζει μέχρι σήμερα τη δράση της, σάν φιλοπροοδευτικός και Γυμναστικός Σύλλογος.
Η Αδελφότητα αυτή, διατηρούσε, ένα καλά οργανωμένο αναγνωστήριο, στο οποίο σύχναζαν όλοι σχεδόν οι νέοι.
Το άναγνωστήριο, ήταν ένα τριώροφο κτίριο, δίπλα άκριβώς άπό το ίερό της’Εκκλησίας του 'Αγίου Αθανασίου.
Στον πρώτο όροφο, ύπήρχε και μία λέσχη-καφενείο, που άργότερα θά παίξει σπουδαίο ρόλο στο Μακεδονικό ’Αγώνα.
Εδώ έπίσης στεγάζονταν ή Φιλαρμονική και το περίφημο συγκρότημα της Μαντολινάτας, που άφησε έποχή.
Το μεγαλοπρεπές αυτό «Αναγνωστήριο» όπως τόλεγαν οι Δοξατιανοί, κατεδαφίστηκε από τούς Βουλγάρους, το 1943.
Ή οικονομική εύρωστία τών κατοίκων του Δοξάτου και γενικά ή όλη της δραστηριότητα προκαλεί το θαυμασμό τών ξένων και το φθόνο τών Τούρκων.
Ή έθνική γιορτη της 25ης Μαρτίου, άποτελούσε το πιό σπουδαίο γεγονός και οι Δοξατινοι , έκμεταλλεύονταν την εύκαιρία αυτη για να έκδηλώσουν τα έθνικά τους αισθήματα.
Τα παιδιά του Σχολείου, ντυμένα με τις έθνικές στολές, τραγουδούσαν τα θούρια όπως, το «Μαύρη ή νύχτα στα βουνά» το «Ω λυγερόν και κοπτερόν σπαθί μου» τον έθνικό μας Ύμνο και άλλα.
Το Σχολείο ήταν καταστόλιστο άπό 'Ελληνικές σημαίες, χωρίς να τολμούν οι Τούρκοι ν’ άντιδράσουν.
Νωχελείς και ράθυμοι οι Τούρκοι κατα τούς χρόνους αύτούς της παρακμής τους, άδιαφορουσαν για το ξύπνημα τών ραγιάδων, οι δε άρχές τους, διαβρωμένες άπ’ το «μπαχτσίς» τών γκιαούρηδων, έκαναν τα «στραβά μάτια».
Φτανανε μάλιστα πολλές φορές κι’ αύτοι οι Τούρκοι, να καταφεύγουν οτη δημογεροντία για να λύσουν τίς διαφορές τους.
Δυναμική και κυρίαρχη μορφή στα χρόνια αύτα, είναι ό Χατζή- Χριστόδουλος Αργυρίου ή Άργυριάδης.
Είναι ό πρώτος οικονομικός παράγοντας τού Δοξάτου και τηςπεριοχής όπως άργότερα ήταν κι ό γιός του, Γεώργιος ή Τζώρτζης Αργυριάδης.
Ο Μητροπολίτης Καβάλας Χρυσόστομος, κι’ αργότερα ’Αρχιεπίσκοπος Αθηνών, που το 1902 ήταν ’Αρχιδιάκονος στη Μητρόπολη Δράμας, λέει, ότι, «την έποχήν έκείνην, ή κωμόπολις του Δοξάτου, εύρίσκετο εις τοιαύτην οι κονομικήν άκμήν, ώστε πολλαί οι κογένειαι ώς αί τών Αναστασίου Χατζή-Βασιλείου, του Χριστοδούλου κλπ. έζων έν πάση εύμαρεία και έν εύρωπαϊκή χλιδή και πολυτελεία».
Είναι πράγματι συγκινητική ή δημιουργική αύτη προσπάθεια τών Δοξατινών, που μέσα στην πολύχρονη σκλαβιά, κατόρθωσαν να φθάσουν στο ζηλευτο αύτο σημείο προόδου.
Το 1906, περνα άπ’ το Δοξάτο, ό Γεώργιος Χατζηκυριάκος, έπιθεωρητηςτών ' Ελληνικών Σχολείων και πράκτορας του Μακεδονικού Κομιτατου.
Οι πληροφορίες που συγκέντρωσε και οι μαρτυρίες του από τα μέρη αύτα, αποτελούν πολύτιμη πηγή.
Για το Δοξάτο γράφει τα έξης:
«Βαίνομεν θυμήρεις έπί τηςώραίας μεταξύ Δράμας και Καβάλας άμαξιτηςόδοϋ, διερχόμενοι μετα ώρας οδοιπορίαν, διά την όψιν πόλεως, ώς έκ τών καλών και εύπρεπών αύτηςοικιών έχούσης κώμης Δοξάτου, εύημερούσης έκ τηςκαλλιεργείας και έμπορίας του καπνού, έν ή θάλλει και προάγεται διά της 'Ελληνικής Παιδείας, μία τών σημαντικοτέρων ' Ελληνορθοδόξων Κοινοτήτων».
Σέ άλλη περιγραφή του, λέει τα έξής πιό διαφωτιστικά:
«Έκ των κλεινών τών Φιλίππων έρειπίων, έπί ώραν άμαξοδρομών, παρέρχομαι μικράν όθωμανικήν κώμην και μετ’ άδειαν εισέρχομαι εις το εύφημον Δοξάτον, το όποΐον διχοτομεί ή άμαξιτη όδός, άποτελοϋσα και την κεντρικήν αύτου όδόν, έπί τηςόποι ας ή άγορά, ή έκκλησία, το Σχολείον.
το Δοξάτον, είς τον είσερχόμενον το πρώτον, φαίνεται ώς πόλις. το εύρύ και εύθύ τηςόδοϋ και το εύπρεπές τών οικιών, τοιαύτην όψιν έμφαίνουσιν.
Ένθεν μέν το εύφυές τηςτοποθεσίας, ώς πρός την καλλιέργειαν του καπνου ένθεν δέ το κεντρικόν αύτοϋ, ώς πρός την προμήθειαν καπνού, έξ όλης της περιχώρου εις τούς μεγάλους της Καβάλας καπνοσυλλέκτας, προσεπόρισαν αύτώ οικονομικήν ίσχύν και πρόοδον και άνέδειξαν, το δεύτερον ιδίως οίκους εύποροϋντας και είς την Κοινότητα εύεξίαν προσδίδοντας.
Επί της όδου ή πόλη του περιβόλου είς το μέσον του όποιου ίδρυται ή έκκλησία σεμνοπρεπής και διακεκοσμημένη και παρ’ αύτη το όγκώδες κωδωνοστασιον.
Έν τώ περιβόλω του Ναού και έπί της όδού, το Σχολείον τών άρρένων, πλήρες έξαταξιον άστικόν σχολείον.
Περαιτέρω, όπισθεν τηςέκκλησίας, έπί έγκαρσίας όδού, πενταταξιον Παρθεναγωγεϊον μετα Νηπιαγωγείου».
Μία άλλη μαρτυρία σημαντική που έχουμε για τα σχολεία του Δοξάτου, είναι της Μαρίας Χατζή Καλού.
Η Χατζή Καλού, καταγόταν από την Κεφαλλονιά και σταλθηκε στην ύπόδουλη Μακεδονία για να διαπιστώσει τίς έκπαιδευτικές άνάγκες τών κατοικων και την έν γένει δραστηριότητα τους.
Στο βιβλίο που έξέδωσε το 1909, ώς έξής περιγράφει την κατάσταση στο Δοξάτο.
«Μετα δεκαήμερον έν Καβάλα διαμονήν, έπανέκαμψα είς την ώραίαν και έμπορικήν κωμόπολιν Δοξάτον».
Οι κάτοικοι του Δοξάτου έπιδίδονται είς το καπνεμπόριον και έν γένει δυνάμεθα να είπωμεν ότι τα περισσότερα καπνά της περιφερείας παραδίδονται είς Καβάλαν, μέσω τών εμπόρων του Δοξάτου.
Τα έκπαιδευτήρια είναι νεόδμητα, έδαπανήθηκαν άνω τών 5.000 λιρών πρός ανέγερσιν, ύπό την αύστηράν έπίβλεψιν τών ιθυνόντων, τα πράγματα της Κοινότητος.
’Έχει αύτη πάντοτε άριστον προσωπικόν διδασκάλων και διδασκαλισσών, διδασκομένων όλων τών μαθημάτων τελείως, ιδίως δέ χρησιμοποιούοιν ώς μέσον καταλληλον διδαχής και ηρωϊκά άσματα πρός άνάπτυξιν του θάρρους και τών αισθημάτων πρός την πατρίδα.
Διατηρούσι Γυμναστήριον καλώς διοργανωμένον με καταλληλον γυμναστήν. Διατηροϋσιν όμιλον μουσικόν καλώς καταρτισμένον και όμιλον δραματικόν. Τα δύο σωματεία άδελφικά συνεργάζονται άπό καιρού εις καιρόν, δίδονται παραστασεις επί σκηνής, παριστάνονται δέ διάφορα έθνικά και ήρωϊκά δράματα, λαμβανουσών μέρος είς τας παραστασεις και δεσποινίδων.
Τα εκ των παραστάσεων προερχόμενα χρήματα χρησιμεύουν πάντοτε διά ιερούς σκοπούς.
Αι κυρίαι διατηρούσι φιλόπτωχον άδελφότητα, καλώς κατηρτισμένην έξ ής πολλοι τών πασχόντων άδελφών εύρίσκουσι ύποστήριξιν και περίθαλψιν.
Έν γένει παρατηρείται αγάπη και αφοσίωσις πρός κοινωφελή και προοδευτικά έργα».
Δεν γνωρίζουμε πότε άκριβώς άρχισε να λειτουργεί 'Ελληνικό Σχολείο στο Δοξάτο, άλλά είναι γνωστο ότι στα 1876, ύπήρχε ’ Αρρεναγωγεΐο και το 1878-79 λειτουργούσε και Παρθεναγωγείο, με 250 μαθητές, 127 νήπια και (9) έννέα δασκάλους συνολικά.
Οπως άνέφερα και παραπάνω, τα σχολεία βρίσκονταν άπ’ την πίσω πλευρά της σημερινής έκκλησίας, κοντα στην άγορά και με τον καιρό δέν ήταν σέ θέση να έξυπηρετήσουν τίς αύξανόμενες άνάγκες.
Στίς άρχές του αιώνα μας, ή άνάγκη για την μεταστέγαση τών σχολείων έγινε πιό έπιτακτική.
Ή δημογεροντία παρακάλεσε τον Μητροπολίτη Χρυσόστομο τον μετέπειτα ’Εθνομάρτυρα Σμύρνης, να στείλει στο Δοξάτο, τον ’Αρχιδιάκονο της Μητροπόλεως, Θεμιστοκλή Χατζή Σταύρου, αργότερα Μητροπολίτη Καβάλας και ’Αρχιεπίσκοπο ’Αθηνών, Χυσόστομο, για να πάρουν σχετικές άποφάσεις, ώστε να προχωρήσουν στην άνέγερση νέων έκπαιδευτηρίων.
Στη σύσκεψη που έγινε το 1907, άποφασίστηκε και έπεβλήθηκε ειδική φορολογία στον καπνό και ύπογράφηκε και σχετικό πρακτικό.
Η ιδέα του Εράνου άπορρίφτηκε γιατί θεωρήθηκε, ότι δέν θά συγκεντρώνονταν σέ λίγο χρόνο τα χρήματα που ήταν άναγκαΐα για την άποπεράτωση τών Εκπαιδευτηρίων.
Οι Τούρκοι όμως, «φθονήσαντες», όπως λέει ό ’Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος, την έκπολιτιστικήν ταύτην κίνησιν, κατήγγειλαν εις την Νομαρχίαν Δράμας, την έπιβολήν της φορολογίας, χαρακτηρίσαντες ταύτην ώς παράνομον, ότι της φορολογίας έπιβαλλομένης μόνον δια Αυτοκρατορικού Διατάγματος.
Έξεδόθη λοιπόν συνεχίζει ό Χρυσόστομος κατ’ εμού ένταλμα προφυλακίσεως και ότε άπεχώρουν της συνεδρίας του Διοικητικού λεγομένου Συμβουλίου, συνελήφθην εις τον περίβολον της Νομαρχίας και ένεκλείσθην εις την φυλακήν, έξ ής μετα διήμερον άπελύθην, κατόπιν ένεργειών τού Πατριαρχείου, βασισθεισών έπί τών διαταξεων του Φιρμανίου του δοθέντος εις τον Μητροπολίτην, καθ’ άς δικαίωμα αύτου είναι να φορολογεί τούς Χριστιανούς πρός συντέλεσιν έργων Θρησκευτικών, ’Εκπαιδευτικών και Φιλανθρωπικών.
Ούτως έξασφαλισθείσης της δαπάνης οικοδομήθη το μέχρι σήμερα σωζόμενον μεγαλοπρεπές Σχολείον Δοξάτου, μνημείον της φιλομουσίας των πολλά παθόντων και τρις σφαγιασθέντων φιλογενεστάτων Ελλήνων της κωμοπόλεως ταύτης».
Εκτός από την φορολογίαν του καπνού, φαίνεται πώς η Κοινότης είχε συνάψει και σχετικό δάνειο άπό το Ύπ/μα τηςΤραπέζης ’ Αθηνών, της Καβάλας.
Αύτο προκύπτει άπό ένα πρακτικό του Δημοτικού Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου του 1913, «περί αίτήσεως παρά της Σεβαστής Κυβερνήσεως, όπως χορηγηθεί το έξ είσπράξεως πωληθέντων καπνών αδεσπότων κατα το θέρος ποσόν πρός απόσβεσιν του πρός την έν Καβάλα Τράπεζαν Αθηνών όφειλομένου σχολιακού χρέους της Κοινότητος.
Για το σκοπό δέ αύτόν, ορίστηκε και έπιτροπή άπό τούς Άθ. ’Αδαμαντίδην, Δημ. Χατζηδημητριού, Ανδρέα Τζήμο και Αθανάσιο Γεωργιάδη, που θά ένεργούσαν ώς πληρεξούσιοι της Κοινότητος.
το σχολείο ήταν έτοιμο το 1910, να δεχθεί τους πρώτους μαθητές, στην κεντρική δέ πύλη και πάνω άκριβώς ύπάρχει έντειχισμένη πλάκα που γράφει:
«Εκπαιδευτήρια 'Ελληνικής ’Ορθοδόξου Κοινότητος Δοξάτου 1908-1910».
Το σχολείο υψώνεται και σήμερα με μεγαλοπρέπεια στην είσοδο του Δοξάτου άπό την πλευρά της Δράμας.
Το κτίριο έχει δύο όρόφους και ένα ισόγειο που χρησιμεύει για άποθήκη, στη στέγη του δέ κατασκευάστηκαν και ειδικά δωμάτια «τουμπέδες» όπως τούς έλεγαν, για τη διαμονή τών δημοδιδασκάλων.
Σήμερον οι τουμπέδες αύτοι δέν ύπάρχουν. Καταστράφηκαν άπό την πυρπόληση του Δοξάτου το 1913.
Θά τελειώσω το σημείωμα αύτο μ’ ένα χαρακτηριστικό επεισόδιο, που άξίζει να γίνει γνωστό, μεταξύ του Μητροπολίτη Δράμας και μετέπειτα Σμύρνης, Χρυσοστόμου και τού τότε Τούρκου Διοικητη της Μακεδονίας, Χιλμή Πασά.
Την έποχή που το σχολείο είχε τελειώσει έτυχε να περάσει άπό το Δοξάτο ό Χιλμή πασάς, πηγαίνοντας για την Καβάλα.
Σταμάτησε λίγο στο Δοξάτο και θέλησε να πληροφορηθεΐ για τα προβλήματα τών Τούρκων και τών Ελλήνων.
Οταν έμπαινε στο Δοξάτο, άπό την Δράμα, είδε το μεγαλοπρεπές Σχολείο και του προξένησε μεγάλη έντύπωση ό όγκος του και ό χρωματισμός του.
Είχε δέ το σχολείο και μιά ιδιομορφία.
Σχημάτιζε ένα τεράστιο Έψιλον, που θύμιζε Ελλάδα και ήταν βαμμένο με τα Ελληνικά χρώματα.
Το γεγονός αύτο δέν άρεσε στον Χιλμή πασά, κάλεσε την δημογεροντία του Δοξάτου και τούς σύστησε ν’ άλλάξουν τα χρώματα. οι δημογέροντες του άπάντησαν, πώς άρμόδιος για το ζήτημα αύτο ήταν ό Μητροπολίτης Δράμας, τον όποίον έπρεπε να ρωτήσουν.
Ο Μητροπολίτης αφού ενημερώθηκε σχετικά απάντησε άργότερα άπό την έφημερίδα της Θεσ/νίκης «Νέα Αλήθεια», πρός τον Χιλμή πασά.
Έγραφε ό Μητροπολίτης:
« Ο Διοικητής της Μακεδονίας, έξοχώτατος Χιλμή πασάς, δέν θέλει το σχολείο του Δοξάτου να έχει Ελληνικά χρώματα.
Μά τον ούρανό, πώς θά τον βάψουμε».
Έτσι έληξε το μικρό αύτο έπεισόδιο χωρίς να δοθεί συνέχεια.
Προσπάθησα να δώσω μερικά στοιχεία που να δίνουν μία εικόνα τηςμ εγάλης προσπάθειας που κατέβαλαν οι Δοξατινοι κατα τούς μαύρους χρόνους τηςδουλείας.
Η προσπάθεια αύτη δέν ήταν καθόλου μικρή, άν αναλογισθούμε την έποχή και τίς συνθήκες κάτω άπό τίς όποιες έγινε.
ΠΗΓΗ: http://yaunatakabara.blogspot.com/2012/01/t.html
του κ. ΧΡΗΣΤΟΥ ΜΑΡΓΑΡΙΤΗ
Το Δοξάτο, φυτρωμένο ανάμεσα στον πλούσιο κάμπο της Δράμας- Φιλίππων, ευνοήθηκε για την ανάπτυξή του στα χρόνια της Τουρκοκρατίας.
Έφθασε μάλιστα κατα τούς τελευταίους αιώνες κυρίως μετα τα 1600, να γίνει μιά όμορφη και πλούσια κωμόπολη.
Θα προσπαθήσω να δώσω μια εικόνα της ζωής του, αυτής που έχει σχέση με την πνευματική και πολιτιστική προσφορά του, τον τελευταίο αιώνα της Τουρκοκρατίας, μ’ όσα στοιχεία έχω στη διάθεσή μου, μέχρι τη μεγάλη σφαγή του 1913.
Εναι μία δύσκολη αναδρομή, διότι τα στοιχεία που έχουμε είναι λίγα, κι αύτα που ύπάρχουν βρίσκονται σέ διάφορα σπάνια βιβλία, που χρειάζεται επίπονη και μακρόχρονη έρευνα, για να τα βρει κανείς.
Οι κάτοικοι του Δοξάτου, φιλοπρόοδοι και εργατικοι, με το πέρασμα του χρόνου ύποσκελίζουν το τούρκικο στοιχείο, κι αύτο συμβαίνει κυρίως μετα την έπανάσταση του 1821 και άναπτύσσουν δραστηριότητα, πνευματική και πολιτιστική άξιοζήλευτη.
Κείνο τον καιρό και μετα, ένα πλήθος άπό ταξιδιώτες κι εμπορευόμενους φωνασκούσαν καθημερινά στα χάνια και τα μαγαζιά του Δοξάτου κι άνάμεσα σ’ αύτούς διέκρινε κανείς 'Έλληνες άπ’ τη Θεσ/νίκη και τη λοιπή Μακεδονία που πήγαιναν για την Πόλη, Εβραίους, Αρμένηδες κι άνατολίτες κάθε λογής με τις γραφικές τους στολές, που έρχόταν στο Δοξάτο για δουλειές και σάν περαστικοί.
Ολος αύτός ό κόσμος, έδινε έναν κοσμοπολίτικο τόνο στο Δοξάτο.
Η τοποθεσία και το κλίμα του Δοξάτου είναι ύπέροχα, τα δέ κτίριά του όμορφα με το Μακεδονίτικο ρυθμό τους.
Έρχονται και έγκαθίστανται πολλές οικογένειες άπό τη Δυτική Μακεδονία τη Σιάτιστα κυρίως, άπό τα Μαδεμοχώρια τηςΧαλκιδικής και τη γύρω περιοχή.
Κτίζονται μεγάλα και όμορφα αρχοντόσπιτα άπό δυτικομακεδόνες τεχνίτες και σ’ αύτον που έρχεται για πρώτη φορά στο Δοξάτο, του δημιουργεί την έντύπωση πόλεως μεγάλης.
Ό πληθυσμός του αύξάνει, όπως αύξάνει και το εισόδημα άπό την πώληση του καπνού,
οι έμποροι του Δοξάτου, αναλαμβάνουν την έμπορία του καπνού και με έμπορικούς οίκους του έξωτερικου, και ή διακίνηση του προϊόντος γίνεται άπό το λιμάνι της Καβάλας.
Το Δοξάτο, γίνεται ένα σημαντικό κέντρο στην περιοχή της Αν. Μακεδονίας και μετά το μεγάλο σηκωμό του Γένους, προκόβει σ’ όλους τούς τομείς.
Επικεφαλής, στη δημιουργική αύτη προσπάθεια τών φιλοπροόδων κατοίκων, είναι ή δημογεροντία που αποτελείται άπό εξέχουσες προσωπικότητες.
Τα καθήκοντα τους, στην Ελληνορθόδοξο Κοινότητα ήταν πολλά και ποικίλα.
Η σπουδαιότερη όμως φροντίδα της ήταν η μόρφωση τών νέων, η άπονομή της δικαιοσύνης άνάμεσα στούς όρθόδοξους, οι δικαιοπραξίες κ.ά.
Η δημογεροντία, άναγνώριζε σαν φυσικό της προϊσταμενο, μόνο τον Μητροπολίτη, ό όποιος είχε ώρισμένα άναγνωρισμένα και άπό την Πύλη, προνόμια.
Εκτός όμως άπό τις παραπάνω δραστηριότητες, ή δημογεροντία, έδειχνε μεγάλο ενδιαφέρον και για τα διάφορα άρχαιολογικά εύρήματα που έρχόταν στο φως άπό τούς κατοικους.
Γιαύτη της τη δραστηριότητα, η Αρχαιολογική Εταιρεία Αθηνών, στέλνει τα συγχαρητήριά της το 1870 και εκφράζει τίς εύχαριστίες της για τις φιλοπρόοδες και έθνικές της προσπάθειες.
Γύρω στα 1865-70, ιδρύεται ή Φιλόπτωχος Αδελφότης Κυριών, ή όποια προσφέρει κάθε βοήθεια στούς πάσχοντες
και αργότερα, στη διάρκεια του Μακεδονικού Αγώνα,
κατασκευάζει τα ρουχα για τούς μακεδονομάχους του Καπεταν Τζάρα, που δρούσαν στην περιοχή μας.
Το 1874, Ιδρύεται και ή Φιλεκπαιδευτική ’Αδελφότητα «ΟΙ ΦΙΛΙΠΠΟΙ», που συνεχίζει μέχρι σήμερα τη δράση της, σάν φιλοπροοδευτικός και Γυμναστικός Σύλλογος.
Η Αδελφότητα αυτή, διατηρούσε, ένα καλά οργανωμένο αναγνωστήριο, στο οποίο σύχναζαν όλοι σχεδόν οι νέοι.
Το άναγνωστήριο, ήταν ένα τριώροφο κτίριο, δίπλα άκριβώς άπό το ίερό της’Εκκλησίας του 'Αγίου Αθανασίου.
Στον πρώτο όροφο, ύπήρχε και μία λέσχη-καφενείο, που άργότερα θά παίξει σπουδαίο ρόλο στο Μακεδονικό ’Αγώνα.
Εδώ έπίσης στεγάζονταν ή Φιλαρμονική και το περίφημο συγκρότημα της Μαντολινάτας, που άφησε έποχή.
Το μεγαλοπρεπές αυτό «Αναγνωστήριο» όπως τόλεγαν οι Δοξατιανοί, κατεδαφίστηκε από τούς Βουλγάρους, το 1943.
Ή οικονομική εύρωστία τών κατοίκων του Δοξάτου και γενικά ή όλη της δραστηριότητα προκαλεί το θαυμασμό τών ξένων και το φθόνο τών Τούρκων.
Ή έθνική γιορτη της 25ης Μαρτίου, άποτελούσε το πιό σπουδαίο γεγονός και οι Δοξατινοι , έκμεταλλεύονταν την εύκαιρία αυτη για να έκδηλώσουν τα έθνικά τους αισθήματα.
Τα παιδιά του Σχολείου, ντυμένα με τις έθνικές στολές, τραγουδούσαν τα θούρια όπως, το «Μαύρη ή νύχτα στα βουνά» το «Ω λυγερόν και κοπτερόν σπαθί μου» τον έθνικό μας Ύμνο και άλλα.
Το Σχολείο ήταν καταστόλιστο άπό 'Ελληνικές σημαίες, χωρίς να τολμούν οι Τούρκοι ν’ άντιδράσουν.
Νωχελείς και ράθυμοι οι Τούρκοι κατα τούς χρόνους αύτούς της παρακμής τους, άδιαφορουσαν για το ξύπνημα τών ραγιάδων, οι δε άρχές τους, διαβρωμένες άπ’ το «μπαχτσίς» τών γκιαούρηδων, έκαναν τα «στραβά μάτια».
Φτανανε μάλιστα πολλές φορές κι’ αύτοι οι Τούρκοι, να καταφεύγουν οτη δημογεροντία για να λύσουν τίς διαφορές τους.
Δυναμική και κυρίαρχη μορφή στα χρόνια αύτα, είναι ό Χατζή- Χριστόδουλος Αργυρίου ή Άργυριάδης.
Είναι ό πρώτος οικονομικός παράγοντας τού Δοξάτου και τηςπεριοχής όπως άργότερα ήταν κι ό γιός του, Γεώργιος ή Τζώρτζης Αργυριάδης.
Ο Μητροπολίτης Καβάλας Χρυσόστομος, κι’ αργότερα ’Αρχιεπίσκοπος Αθηνών, που το 1902 ήταν ’Αρχιδιάκονος στη Μητρόπολη Δράμας, λέει, ότι, «την έποχήν έκείνην, ή κωμόπολις του Δοξάτου, εύρίσκετο εις τοιαύτην οι κονομικήν άκμήν, ώστε πολλαί οι κογένειαι ώς αί τών Αναστασίου Χατζή-Βασιλείου, του Χριστοδούλου κλπ. έζων έν πάση εύμαρεία και έν εύρωπαϊκή χλιδή και πολυτελεία».
Είναι πράγματι συγκινητική ή δημιουργική αύτη προσπάθεια τών Δοξατινών, που μέσα στην πολύχρονη σκλαβιά, κατόρθωσαν να φθάσουν στο ζηλευτο αύτο σημείο προόδου.
Το 1906, περνα άπ’ το Δοξάτο, ό Γεώργιος Χατζηκυριάκος, έπιθεωρητηςτών ' Ελληνικών Σχολείων και πράκτορας του Μακεδονικού Κομιτατου.
Οι πληροφορίες που συγκέντρωσε και οι μαρτυρίες του από τα μέρη αύτα, αποτελούν πολύτιμη πηγή.
Για το Δοξάτο γράφει τα έξης:
«Βαίνομεν θυμήρεις έπί τηςώραίας μεταξύ Δράμας και Καβάλας άμαξιτηςόδοϋ, διερχόμενοι μετα ώρας οδοιπορίαν, διά την όψιν πόλεως, ώς έκ τών καλών και εύπρεπών αύτηςοικιών έχούσης κώμης Δοξάτου, εύημερούσης έκ τηςκαλλιεργείας και έμπορίας του καπνού, έν ή θάλλει και προάγεται διά της 'Ελληνικής Παιδείας, μία τών σημαντικοτέρων ' Ελληνορθοδόξων Κοινοτήτων».
Σέ άλλη περιγραφή του, λέει τα έξής πιό διαφωτιστικά:
«Έκ των κλεινών τών Φιλίππων έρειπίων, έπί ώραν άμαξοδρομών, παρέρχομαι μικράν όθωμανικήν κώμην και μετ’ άδειαν εισέρχομαι εις το εύφημον Δοξάτον, το όποΐον διχοτομεί ή άμαξιτη όδός, άποτελοϋσα και την κεντρικήν αύτου όδόν, έπί τηςόποι ας ή άγορά, ή έκκλησία, το Σχολείον.
το Δοξάτον, είς τον είσερχόμενον το πρώτον, φαίνεται ώς πόλις. το εύρύ και εύθύ τηςόδοϋ και το εύπρεπές τών οικιών, τοιαύτην όψιν έμφαίνουσιν.
Ένθεν μέν το εύφυές τηςτοποθεσίας, ώς πρός την καλλιέργειαν του καπνου ένθεν δέ το κεντρικόν αύτοϋ, ώς πρός την προμήθειαν καπνού, έξ όλης της περιχώρου εις τούς μεγάλους της Καβάλας καπνοσυλλέκτας, προσεπόρισαν αύτώ οικονομικήν ίσχύν και πρόοδον και άνέδειξαν, το δεύτερον ιδίως οίκους εύποροϋντας και είς την Κοινότητα εύεξίαν προσδίδοντας.
Επί της όδου ή πόλη του περιβόλου είς το μέσον του όποιου ίδρυται ή έκκλησία σεμνοπρεπής και διακεκοσμημένη και παρ’ αύτη το όγκώδες κωδωνοστασιον.
Έν τώ περιβόλω του Ναού και έπί της όδού, το Σχολείον τών άρρένων, πλήρες έξαταξιον άστικόν σχολείον.
Περαιτέρω, όπισθεν τηςέκκλησίας, έπί έγκαρσίας όδού, πενταταξιον Παρθεναγωγεϊον μετα Νηπιαγωγείου».
Μία άλλη μαρτυρία σημαντική που έχουμε για τα σχολεία του Δοξάτου, είναι της Μαρίας Χατζή Καλού.
Η Χατζή Καλού, καταγόταν από την Κεφαλλονιά και σταλθηκε στην ύπόδουλη Μακεδονία για να διαπιστώσει τίς έκπαιδευτικές άνάγκες τών κατοικων και την έν γένει δραστηριότητα τους.
Στο βιβλίο που έξέδωσε το 1909, ώς έξής περιγράφει την κατάσταση στο Δοξάτο.
«Μετα δεκαήμερον έν Καβάλα διαμονήν, έπανέκαμψα είς την ώραίαν και έμπορικήν κωμόπολιν Δοξάτον».
Οι κάτοικοι του Δοξάτου έπιδίδονται είς το καπνεμπόριον και έν γένει δυνάμεθα να είπωμεν ότι τα περισσότερα καπνά της περιφερείας παραδίδονται είς Καβάλαν, μέσω τών εμπόρων του Δοξάτου.
Τα έκπαιδευτήρια είναι νεόδμητα, έδαπανήθηκαν άνω τών 5.000 λιρών πρός ανέγερσιν, ύπό την αύστηράν έπίβλεψιν τών ιθυνόντων, τα πράγματα της Κοινότητος.
’Έχει αύτη πάντοτε άριστον προσωπικόν διδασκάλων και διδασκαλισσών, διδασκομένων όλων τών μαθημάτων τελείως, ιδίως δέ χρησιμοποιούοιν ώς μέσον καταλληλον διδαχής και ηρωϊκά άσματα πρός άνάπτυξιν του θάρρους και τών αισθημάτων πρός την πατρίδα.
Διατηρούσι Γυμναστήριον καλώς διοργανωμένον με καταλληλον γυμναστήν. Διατηροϋσιν όμιλον μουσικόν καλώς καταρτισμένον και όμιλον δραματικόν. Τα δύο σωματεία άδελφικά συνεργάζονται άπό καιρού εις καιρόν, δίδονται παραστασεις επί σκηνής, παριστάνονται δέ διάφορα έθνικά και ήρωϊκά δράματα, λαμβανουσών μέρος είς τας παραστασεις και δεσποινίδων.
Τα εκ των παραστάσεων προερχόμενα χρήματα χρησιμεύουν πάντοτε διά ιερούς σκοπούς.
Αι κυρίαι διατηρούσι φιλόπτωχον άδελφότητα, καλώς κατηρτισμένην έξ ής πολλοι τών πασχόντων άδελφών εύρίσκουσι ύποστήριξιν και περίθαλψιν.
Έν γένει παρατηρείται αγάπη και αφοσίωσις πρός κοινωφελή και προοδευτικά έργα».
Δεν γνωρίζουμε πότε άκριβώς άρχισε να λειτουργεί 'Ελληνικό Σχολείο στο Δοξάτο, άλλά είναι γνωστο ότι στα 1876, ύπήρχε ’ Αρρεναγωγεΐο και το 1878-79 λειτουργούσε και Παρθεναγωγείο, με 250 μαθητές, 127 νήπια και (9) έννέα δασκάλους συνολικά.
Οπως άνέφερα και παραπάνω, τα σχολεία βρίσκονταν άπ’ την πίσω πλευρά της σημερινής έκκλησίας, κοντα στην άγορά και με τον καιρό δέν ήταν σέ θέση να έξυπηρετήσουν τίς αύξανόμενες άνάγκες.
Στίς άρχές του αιώνα μας, ή άνάγκη για την μεταστέγαση τών σχολείων έγινε πιό έπιτακτική.
Ή δημογεροντία παρακάλεσε τον Μητροπολίτη Χρυσόστομο τον μετέπειτα ’Εθνομάρτυρα Σμύρνης, να στείλει στο Δοξάτο, τον ’Αρχιδιάκονο της Μητροπόλεως, Θεμιστοκλή Χατζή Σταύρου, αργότερα Μητροπολίτη Καβάλας και ’Αρχιεπίσκοπο ’Αθηνών, Χυσόστομο, για να πάρουν σχετικές άποφάσεις, ώστε να προχωρήσουν στην άνέγερση νέων έκπαιδευτηρίων.
Στη σύσκεψη που έγινε το 1907, άποφασίστηκε και έπεβλήθηκε ειδική φορολογία στον καπνό και ύπογράφηκε και σχετικό πρακτικό.
Η ιδέα του Εράνου άπορρίφτηκε γιατί θεωρήθηκε, ότι δέν θά συγκεντρώνονταν σέ λίγο χρόνο τα χρήματα που ήταν άναγκαΐα για την άποπεράτωση τών Εκπαιδευτηρίων.
Οι Τούρκοι όμως, «φθονήσαντες», όπως λέει ό ’Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος, την έκπολιτιστικήν ταύτην κίνησιν, κατήγγειλαν εις την Νομαρχίαν Δράμας, την έπιβολήν της φορολογίας, χαρακτηρίσαντες ταύτην ώς παράνομον, ότι της φορολογίας έπιβαλλομένης μόνον δια Αυτοκρατορικού Διατάγματος.
Έξεδόθη λοιπόν συνεχίζει ό Χρυσόστομος κατ’ εμού ένταλμα προφυλακίσεως και ότε άπεχώρουν της συνεδρίας του Διοικητικού λεγομένου Συμβουλίου, συνελήφθην εις τον περίβολον της Νομαρχίας και ένεκλείσθην εις την φυλακήν, έξ ής μετα διήμερον άπελύθην, κατόπιν ένεργειών τού Πατριαρχείου, βασισθεισών έπί τών διαταξεων του Φιρμανίου του δοθέντος εις τον Μητροπολίτην, καθ’ άς δικαίωμα αύτου είναι να φορολογεί τούς Χριστιανούς πρός συντέλεσιν έργων Θρησκευτικών, ’Εκπαιδευτικών και Φιλανθρωπικών.
Ούτως έξασφαλισθείσης της δαπάνης οικοδομήθη το μέχρι σήμερα σωζόμενον μεγαλοπρεπές Σχολείον Δοξάτου, μνημείον της φιλομουσίας των πολλά παθόντων και τρις σφαγιασθέντων φιλογενεστάτων Ελλήνων της κωμοπόλεως ταύτης».
Εκτός από την φορολογίαν του καπνού, φαίνεται πώς η Κοινότης είχε συνάψει και σχετικό δάνειο άπό το Ύπ/μα τηςΤραπέζης ’ Αθηνών, της Καβάλας.
Αύτο προκύπτει άπό ένα πρακτικό του Δημοτικού Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου του 1913, «περί αίτήσεως παρά της Σεβαστής Κυβερνήσεως, όπως χορηγηθεί το έξ είσπράξεως πωληθέντων καπνών αδεσπότων κατα το θέρος ποσόν πρός απόσβεσιν του πρός την έν Καβάλα Τράπεζαν Αθηνών όφειλομένου σχολιακού χρέους της Κοινότητος.
Για το σκοπό δέ αύτόν, ορίστηκε και έπιτροπή άπό τούς Άθ. ’Αδαμαντίδην, Δημ. Χατζηδημητριού, Ανδρέα Τζήμο και Αθανάσιο Γεωργιάδη, που θά ένεργούσαν ώς πληρεξούσιοι της Κοινότητος.
το σχολείο ήταν έτοιμο το 1910, να δεχθεί τους πρώτους μαθητές, στην κεντρική δέ πύλη και πάνω άκριβώς ύπάρχει έντειχισμένη πλάκα που γράφει:
«Εκπαιδευτήρια 'Ελληνικής ’Ορθοδόξου Κοινότητος Δοξάτου 1908-1910».
Το σχολείο υψώνεται και σήμερα με μεγαλοπρέπεια στην είσοδο του Δοξάτου άπό την πλευρά της Δράμας.
Το κτίριο έχει δύο όρόφους και ένα ισόγειο που χρησιμεύει για άποθήκη, στη στέγη του δέ κατασκευάστηκαν και ειδικά δωμάτια «τουμπέδες» όπως τούς έλεγαν, για τη διαμονή τών δημοδιδασκάλων.
Σήμερον οι τουμπέδες αύτοι δέν ύπάρχουν. Καταστράφηκαν άπό την πυρπόληση του Δοξάτου το 1913.
Θά τελειώσω το σημείωμα αύτο μ’ ένα χαρακτηριστικό επεισόδιο, που άξίζει να γίνει γνωστό, μεταξύ του Μητροπολίτη Δράμας και μετέπειτα Σμύρνης, Χρυσοστόμου και τού τότε Τούρκου Διοικητη της Μακεδονίας, Χιλμή Πασά.
Την έποχή που το σχολείο είχε τελειώσει έτυχε να περάσει άπό το Δοξάτο ό Χιλμή πασάς, πηγαίνοντας για την Καβάλα.
Σταμάτησε λίγο στο Δοξάτο και θέλησε να πληροφορηθεΐ για τα προβλήματα τών Τούρκων και τών Ελλήνων.
Οταν έμπαινε στο Δοξάτο, άπό την Δράμα, είδε το μεγαλοπρεπές Σχολείο και του προξένησε μεγάλη έντύπωση ό όγκος του και ό χρωματισμός του.
Είχε δέ το σχολείο και μιά ιδιομορφία.
Σχημάτιζε ένα τεράστιο Έψιλον, που θύμιζε Ελλάδα και ήταν βαμμένο με τα Ελληνικά χρώματα.
Το γεγονός αύτο δέν άρεσε στον Χιλμή πασά, κάλεσε την δημογεροντία του Δοξάτου και τούς σύστησε ν’ άλλάξουν τα χρώματα. οι δημογέροντες του άπάντησαν, πώς άρμόδιος για το ζήτημα αύτο ήταν ό Μητροπολίτης Δράμας, τον όποίον έπρεπε να ρωτήσουν.
Ο Μητροπολίτης αφού ενημερώθηκε σχετικά απάντησε άργότερα άπό την έφημερίδα της Θεσ/νίκης «Νέα Αλήθεια», πρός τον Χιλμή πασά.
Έγραφε ό Μητροπολίτης:
« Ο Διοικητής της Μακεδονίας, έξοχώτατος Χιλμή πασάς, δέν θέλει το σχολείο του Δοξάτου να έχει Ελληνικά χρώματα.
Μά τον ούρανό, πώς θά τον βάψουμε».
Έτσι έληξε το μικρό αύτο έπεισόδιο χωρίς να δοθεί συνέχεια.
Προσπάθησα να δώσω μερικά στοιχεία που να δίνουν μία εικόνα τηςμ εγάλης προσπάθειας που κατέβαλαν οι Δοξατινοι κατα τούς μαύρους χρόνους τηςδουλείας.
Η προσπάθεια αύτη δέν ήταν καθόλου μικρή, άν αναλογισθούμε την έποχή και τίς συνθήκες κάτω άπό τίς όποιες έγινε.
ΠΗΓΗ: http://yaunatakabara.blogspot.com/2012/01/t.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου